- Είμαι ικανοποιημένος από το σωματείο μου;
- Μήπως πρέπει να επιλέξω κάποιο άλλο για την εξέλιξη της καριέρας μου;
- Είναι η κατάλληλη στιγμή για να φύγω;
Τα ερωτήματα αυτά, μεταξύ άλλων, βρίσκονται στο μυαλό του κάθε αθλητή κωπηλασίας όσο πλησιάζει η μεταγραφική περίοδος του Νοεμβρίου (1-15). Ποια είναι, όμως, η μεταγραφική διαδικασία; Τι πρέπει να έχει κάθε αθλητής υπόψιν και πως πρέπει να κινηθεί μέσα σε αυτήν; Στο παρόν άρθρο ακολουθούν ορισμένες συμβουλές και μια σύντομη ανάλυση της διαδικασίας προκειμένου ένας αθλητής να πετύχει την μεταγραφή που επιθυμεί εντός της προσεχούς μεταγραφικής περιόδου.
Προκειμένου να ξεκινήσει η μεταγραφική διαδικασία, ο αθλητής οφείλει να καταθέσει, από 1 έως 15 Νοεμβρίου, αίτηση για μεταγραφή ενώπιον της Ελληνικής Κωπηλατικής Ομοσπονδίας Φιλάθλων Ναυτικών Σωματείων, καταθέτοντας συγχρόνως και το σχετικό παράβολο. Πέραν της αίτησης εκ μέρους του αθλητή, οφείλουν να κατατεθούν δύο ακόμα αιτήσεις/ αποφάσεις ενώπιον της Ομοσπονδίας, μια εκ μέρους του Σωματείου στο οποίο ανήκει ο αθλητής (στην οποία δηλώνεται κατά πόσο συναινεί ή όχι να πραγματοποιηθεί η μεταγραφή) και μια εκ μέρους του Σωματείου στο οποίο επρόκειτο να μεταγραφεί (στην οποία δηλώνεται η βούληση του Σωματείου να αποκτήσει με μεταγραφή τον αιτούντα αθλητή). Παρότι η αίτηση εκ μέρους του Σωματείου στο οποίο ανήκει ο αθλητής δεν κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να ξεκινήσει η μεταγραφική διαδικασία, δεν ισχύει το ίδιο με την αίτηση εκ μέρους του Σωματείου στο οποίο πρόκειται να μεταγραφεί. Αυτό συνεπάγεται πως σε περίπτωση που το «νέο» Σωματείο δεν δηλώσει ενώπιον της Ομοσπονδίας πως δέχεται την μεταγραφή του αθλητή και σκοπεύει να τον εντάξει στους κόλπους του, τότε η μεταγραφή δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί, καθώς συνάγεται πως η διαδικασία δεν έχει καν ενεργοποιηθεί.
Μέσα στον μήνα Οκτώβριο, συγκροτείται στα πλαίσια της Ε.Κ.Ο.Φ.Ν.Σ. η Επιτροπή Μεταγραφών, η οποία καλείται να κρίνει κάθε αίτηση μεταγραφής που έχει κατατεθεί ενώπιον της Ομοσπονδίας κατά την διάρκεια της μεταγραφικής περιόδου. Ουσιαστικά, βασικός ρόλος της εν λόγω Επιτροπής, είναι να εισηγηθεί, στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας, εντός 20 ημερών από την λήξη της μεταγραφικής περιόδου, την απόφαση της σχετικά με κάθε αίτημα μεταγραφής που έχει κατατεθεί.
Όταν ολοκληρωθεί η ως άνω διαδικασία, το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας, καλείται να αποφασίσει οριστικά για την τύχη του κάθε αιτήματος ξεχωριστά και να εγκρίνει ή να απορρίψει την εκάστοτε αίτηση για μεταγραφή. Η συγκεκριμένη διαδικασία έχει επίσης διάρκεια 20 ημερών.
Εφόσον το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει το αίτημα για μεταγραφή, τότε ο στόχος έχει επιτευχθεί και ο αθλητής ανήκει στο «νέο» Σωματείο που επέλεξε. Στην περίπτωση που η απόφαση είναι απορριπτική, τότε ο αθλητής έχει δικαίωμα να προσφύγει ενώπιον του Ανώτατου Συμβουλίου Επίλυσης Αθλητικών Διαφορών ζητώντας την ακύρωση της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας και την εν τέλει έγκριση της μεταγραφής του. Η προθεσμία για την προσφυγή αυτή είναι 8 ημέρες και ξεκινάει από την ημερομηνία επίδοσης στον αθλητή της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου.
Σημείο κλειδί στο κατά πόσο μια αίτηση μεταγραφής θα στεφθεί από επιτυχία, αποτελεί ο λόγος για τον οποίο ο αθλητής ενεργοποιεί της ως άνω διαδικασία. Ο Κανονισμός Εγγραφών – Μεταγραφών ορίζει στο Β’ μέρος τους στα άρθρα 2 με 7 αναφέρει ενδεικτικά ορισμένους από τους λόγους που δικαιολογούν την μεταγραφή ενός αθλητής ανάμεσα σε δύο Σωματεία. Χαρακτηριστικά, αναφέρονται περιπτώσεις όπως, η διετής αγωνιστική απραξία του αθλητή, η μετοίκιση λόγω σπουδών, η μετοίκιση λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του αθλητή ή των γονέων του (σε περίπτωση που είναι ανήλικος), η ελεύθερη μεταγραφή αθλητή λόγω διάλυσης ή παύσης εργασιών του Σωματείου στο οποίο ανήκει κ.ο.κ. Οι περιπτώσεις αυτές, που ενδεικτικά απαριθμούνται στον κανονισμό, ορίζουν ευθέως το δικαίωμα του αθλητή να πετύχει την μεταγραφή του, εφόσον πληρούνται οι επιμέρους προϋποθέσεις που αναγράφονται στην εκάστοτε περίπτωση. Τι ισχύει, όμως, όταν ο αθλητής επιθυμεί να μεταγραφεί αλλά δεν υπάγεται σε κάποια από τις ανωτέρω περιπτώσεις;
Στις περιπτώσεις αυτές εισάγεται η έννοια του σπουδαίου λόγου, βάσει του οποίου δικαιολογείται η μεταγραφή του αθλητή ανάμεσα σε δύο Σωματεία. Σε τι συνίσταται όμως η έννοια αυτή και πως ερμηνεύεται στα πλαίσια της νομολογίας του Α.Σ.Ε.Α.Δ.; Κατ΄ αρχήν, εάν έχουν δημιουργηθεί τέτοιες συνθήκες που καθιστούν αδύνατη την διατήρηση της συνεργασίας μεταξύ του αθλητή και του Σωματείου, αυτό συνιστά σπουδαίο λόγο που επιτρέπει την μεταγραφή. Κάτι τέτοιο μπορεί να συνίσταται σε ένα γεγονός αντικειμενικό (παραβίαση των εκ του νόμου οριζόμενων υποχρεώσεων του Σωματείου) ή υποκειμενικό (η εν γένει συμπεριφορά του Σωματείου καθιστά αδύνατη την συνέχιση της συνεργασίας με τον αθλητή και θέτει σε κίνδυνο την αθλητική εξέλιξη αυτού).
Επιπλέον, εξετάζοντας κάποιος την νομολογία του Α.Σ.Ε.Α.Δ., εντοπίζει περισσότερες περιπτώσεις όπου συγκεκριμενοποιείται η έννοια του σπουδαίου λόγου. Ειδικότερα, περιπτώσεις όπου το Σωματείο, στο οποίο ανήκει ο αθλητής, δεν έχει Διοικητικό Συμβούλιο με νόμιμη συγκρότηση, με αποτέλεσμα να μη μπορούν καν να υποβληθούν δηλώσεις συμμετοχής σε αθλητικούς αγώνες, το Σωματείο, στο οποίο ανήκει ο αθλητής, δεν ανταποκρίνεται στην υποχρέωση παροχής προπονητή, το Σωματείο, στο οποίο ανήκει ο αθλητής, αποδεδειγμένα δεν αποβλέπει στην χρησιμοποίηση του αθλητή σε αθλητικούς αγώνες και στην αποδοχή των υπηρεσιών του ως βασικού ή έστω αναπληρωματικού αθλητή, το Σωματείο, στο οποίο ανήκει ο αθλητής, ασκεί σε αυτόν πίεση να αγωνισθεί, παρά το γεγονός ότι ο θεράπων ιατρός έχει συστήσει πλήρη αποχή από αθλητικές δραστηριότητες λόγω τραυματισμού ή προβλήματος υγείας, εφόσον έχουν διαρραγεί πλήρως και ολοσχερώς σε αγωνιστικό και σε διαπροσωπικό επίπεδο οι σχέσεις του αθλητή με τον προπονητή του Σωματείου ή με μέλος διοίκησης του Σωματείου, π.χ. επειδή αυτοί δυσφημούν τον αθλητή ή χρησιμοποιούν απρεπείς ή μειωτικούς ή απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, το Σωματείο, στο οποίο ανήκει ο αθλητής, διεξάγει προπονήσεις σε αθλητική εγκατάσταση που δεν είναι κατάλληλη για το συγκεκριμένο άθλημα ή αγώνισμα.
Τέλος, θα πρέπει πάντα ο αθλητής να έχει υπόψιν ότι κάθε περίπτωση κρίνεται ξεχωριστά και εξετάζονται όλα τα επιμέρους στοιχεία αυτής. Επομένως, οφείλει να δίνει το σωστό βάρος σε κάθε πτυχή της υπόθεσής του και να αναζητά το βέλτιστο για την εξέλιξη της καριέρας του, έχοντας πάντα λάβει τις καλύτερες δυνατές προτάσεις και συμβουλές.
Καλή επιτυχία στην επερχόμενη μεταγραφική περίοδο!

