Monday, 20 April 2020

Ποδόσφαιρο: η επόμενη μέρα μετά το Brexit


   
          Η αγγλική Premier League αποτελεί το πιο «πλούσιο» ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα στον κόσμο. Με ένα σύνολο εσόδων που βρίσκεται κοντά στα 5.4 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, απέχει κατά πολύ, συγκεκριμένα περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ από την ισπανική La Liga και την γερμανική Bundesliga, που ακολουθούν. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, πως από πολλούς θεωρείται ως το καλύτερο και πιο θεαματικό πρωτάθλημα στον πλανήτη. Ποδοσφαιριστές παγκόσμιας κλάσης όπως ο Mohamed Salah, o Sadio Mane, o Virgil van Dijk, o Sergio Aguero και ο Paul Pogba κοσμούν, ή τουλάχιστον κοσμούσαν πριν την έκρηξη της πανδημίας του Covid-19, κάθε Κυριακή τα αγγλικά γήπεδα, ενώ παλαιότερα είχαν διαπρέψει στους αγωνιστικούς χώρους της Γηραιάς Αλβιόνας αστέρες όπως ο Cristiano Ronaldo, o Thierry Henry και ο Patrick Vieira. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της οικονομικής δυναμικής που διαθέτει το ποδόσφαιρο στην Αγγλία, αποτελεί το γεγονός πως μετά από τα πέντε «μεγάλα» ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (Αγγλική Premier league, Ισπανική La Liga, Γερμανική Bundesliga, Ιταλική Serie A και Γαλλική Ligue 1), το έκτο οικονομικά ισχυρότερο πρωτάθλημα  είναι η Championship, η δεύτερη εθνική κατηγορία της Αγγλίας. Ποιες, όμως, είναι οι συνέπειες του αποκαλούμενου «Brexit», το οποίο υπεγράφη στις 24 Ιανουαρίου 2020 και τέθηκε σε ισχύ 8 ημέρες μετά για το αγγλικό ποδόσφαιρο; Ποια τα στοιχειά και τα δεδομένα για το ποδόσφαιρο, στην χώρα που, δικαίως, επαίρεται ότι το προσέφερε στην ανθρωπότητα;

          Αρχικά, η αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση αυτομάτως συνεπάγεται και την έξοδό της από τον χώρο της ελεύθερης μετακίνησης των πολιτών ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Αυτό σημαίνει πως οι κανόνες μετανάστευσης και εργασίας, όπως αυτοί παγιωθούν και διαμορφωθούν κατόπιν της μεταβατικής περιόδου που έχει συμφωνηθεί, θα εφαρμόζονται και για τους Ευρωπαίους ποδοσφαιριστές που θέλουν να αγωνιστούν στα βρετανικά πρωταθλήματα. Ουσιαστικά, θα απαιτείται (και) γι' αυτούς η κατοχύρωση άδειας παραμονής και εργασίας, η οποία , με βάση τα έως σήμερα δεδομένα, θέτει δυο πολύ βασικά κριτήρια προκειμένου να μπορεί να αποκτηθεί, δηλαδή την διεθνή αναγνώριση του αθλητή (μέσω, για παράδειγμα, των συμμετοχών του στην εθνική ομάδα της χώρας του, το επίπεδο στο οποίο αγωνιζόταν, τα χρήματα που δαπανήθηκαν για την μεταγραφή του) καθώς και την απόδειξη ότι η απόκτηση αυτού του αθλητή μπορεί να συνεισφέρει στην ανάπτυξη του ποδοσφαίρου στην Μ. Βρετανία. Όπως εύστοχα παρατήρησε ο Laurie Shaw, σε μια σύντομη έρευνα του που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα FiveThirtyEight, σε σύνολο 1022 Ευρωπαίων ποδοσφαιριστών που έχουν μεταγραφεί στην αγγλική Premier League από το 1998 έως και το 2018, το 58% δεν θα ικανοποιούσε τα σημερινά κριτήρια για την απόκτηση άδειας παραμονής και εργασίας και, επομένως, δεν θα μπορούσε να αγωνιστεί.


          Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο Ολλανδός αμυντικός Virgil van Dijk όπως και ο Γάλλος αμυντικός μέσος N’Golo Kante, δυο πλήρως άσημοι ποδοσφαιριστές  όταν μετεγγραφήκαν στην Σκωτσέζικη Celtic και στην Αγγλική Leicester City, αντίστοιχα. Ακόμα, όμως, και ο παγκόσμιας κλάσης superstar, πλέον, Cristiano Ronaldo, ενδεχομένως να αντιμετώπιζε προβλήματα για την απόκτηση άδειας παραμονής και εργασίας όταν το καλοκαίρι του 2003 μετακόμισε από την Λισαβόνα στο Μάντσεστερ, για να αγωνιστεί με την φανέλα των κόκκινων διαβόλων. Ακόμα, όμως, και αν δεχτούμε πως οι αποκαλούμενοι «μεγάλοι» και οικονομικά ισχυροί σύλλογοι της Αγγλίας, όπως η Manchester City, η Manchester United, η Chelsea, η Liverpool,  η Arsenal και η Tottenham Hotspur θα έχουν, θεωρητικά, πάντα την δυνατότητα να αποκτήσουν τον εκάστοτε Eden Hazard, Kevin De Bruyne, Paul Pogba, N’Golo Kante κλπ ακόμα και αφού αποδείξει την αξία του στο εξωτερικό και, άρα, η χρηματιστηριακή του αξία έχει εκτοξευθεί, το πρόβλημα παραμένει παρόν και άλυτο. Προφανώς, η μεταγραφή ενός ποδοσφαιριστή εγνωσμένης αξίας δεκάδων η ακόμα και εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, δεν πρόκειται να συναντήσει κανένα κώλυμα ως όρος την άδεια παραμονής και εργασίας που θέτουν οι Βρετανικές αρχές. Δεν ισχύει, όμως το ίδιο και με τις επενδύσεις που καλούνται και δύνανται να κάνουν οι οικονομικά  ασθενέστεροι σύλλογοι. Ας λάβουμε, για παράδειγμα, υπόψιν τις περιπτώσεις των Virgil van Dijk, N’Golo Kante και Riyad Mahrez (που παρότι αγωνίζεται με τα χρώματα της εθνικής Αλγερίας κατέχει και την Γαλλική ιθαγένεια). Οι τρεις αυτοί ποδοσφαιριστές αποκτήθηκαν από την Σκωτσέζικη Celtic και την Αγγλική Leicester City, έναντι αθροιστικού τιμήματος περίπου 8.6 εκατομμυρίων λιρών.  Όταν, λοιπόν,  πήραν μεταγραφή για την Liverpool, την Chelsea και την Manchester City αντίστοιχα, το ποσό που δαπανήθηκε για την απόκτηση τους άγγιξε, αθροιστικά, τα 167 εκατομμύρια λίρες. Είναι εμφανές, επομένως, ότι ουσιαστικά περιορίζεται, αν όχι εξαφανίζεται η δυνατότητα ανάπτυξης των «μικρότερων» βρετανικών συλλόγων, μέσω της οδού που περιέγραψα προηγουμένως, καθώς θα αυξηθούν σημαντικά οι δυσκολίες απόκτησης νέων και άσημων ποδοσφαιριστών με προοπτική εξέλιξης και μεταπωλήσεις τους. Νομοτελειακά το χάσμα μεταξύ των οικονομικά ισχυρότερων και ασθενέστερων συλλόγων θα αυξάνεται, με ότι αυτό συνεπάγεται για το θέαμα και τον ανταγωνισμό των πρωταθλημάτων.


          Εξίσου σημαντικά είναι και τα ζητήματα τα οποία ανακύπτουν σχετικά με τις μεταγραφές ανηλίκων από τους βρετανικούς συλλόγους. Η FIFA έχει αποδείξει και στο παρελθόν την σκληρή και αδιάλλακτη στάση της ως προς την αυστηρή τήρηση των θεσπισμένων κανόνων για τις μεταγραφές ανηλίκων, σε ξένη χώρα, τιμωρώντας με απαγόρευση μεταγραφών ποδοσφαιρικά μεγαθήρια όπως την Barcelona, την Real Madrid και προσφάτως την Chelsea, κατόπιν παραβίασης του νομοθετικού πλαισίου. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 19 του FIFA Regulations on the Status and Transfer of Players, ορίζεται ρητά πως απαγορεύεται κατ´ αρχήν κάθε διεθνής μεταγραφή ποδοσφαιριστή νεωτέρου των 18 ετών. Να υπογραμμιστεί πως ως μεταγραφή ορίζεται η εγγραφή του ποδοσφαιριστή στην ομοσπονδία του νέου συλλόγου και όχι η συμφωνία των δυο ομάδων για παραχώρηση του παίκτη, δυο χρονικά σημεία που ενδέχεται να απέχουν αρκετά μεταξύ τους (όπως για παράδειγμα η συμφωνία μεταξύ Real Madrid και Flamengo για την πώληση του Vinicius JR είχε επιτευχθεί αρκετά πριν ο τελευταίος συμπληρώσει το 18ο έτος της ζωής του και μόνο όταν συνέβη αυτό μπόρεσε να μεταγραφεί στην ομάδα της Ισπανικής πρωτεύουσας). Στον γενικό, λοιπόν, κανόνα της απαγόρευσης διεθνών μεταγραφών ανηλίκων ποδοσφαιριστών υπάρχουν οι ακόλουθες 3 εξαιρέσεις. Ένας ποδοσφαιριστής νεώτερος των 18 ετών μπορεί να μεταγραφεί σε ομάδα ξένης χώρας εφόσον οι γονείς του μετακομίσουν στην χώρα αυτή, για λόγους που δεν συνδέονται με το ποδόσφαιρο (πιο ακριβής είναι η ανάγνωση «για λογούς που δεν συνδέονται έμμεσα ή άμεσα με την συγκεκριμένη μεταγραφή»). Δεύτερη εξαίρεση είναι η μεταγραφή ποδοσφαιριστή σε σύλλογο ξένης χώρας, με βάση ορισμένα γεωγραφικά κριτήρια (πχ εγγύτητα κατοικίας του παίκτη στα σύνορα των δυο κρατών καθώς και εγγύτητα της έδρας του συλλόγου στα ως άνω σύνορα). Τρίτη και βασικότερη εξαίρεση αποτελεί αυτή που επιτρέπει την μεταγραφή ενός ποδοσφαιριστή 16 ετών η μεγαλύτερο, μέσα στα όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης η του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, παράλληλα με ορισμένες προϋποθέσεις που οφείλει να εξασφαλίσει ο καινούργιος σύλλογος για τον νέο ποδοσφαιριστή όσον αφορά την εκπαίδευση του. Η συγκεκριμένη εξαίρεση, στην ουσία επιβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην FIFA λόγω του ενοριακού δικαίου και της ελεύθερης μετακίνησης πολιτών και εργαζομένων όντος της ένωσης.

           Η τελευταία εξαίρεση είναι εξαιρετικά σημαντική για τους ευρωπαϊκούς συλλόγους. Βεβαία, μετά το Brexit και συγκεκριμένα με την πάροδο της μεταβατικής περιόδου, οι βρετανικοί σύλλογοι δεν θα μπορούν να κάνουν χρήση αίτηση της δυνατότητας. Τι σημαίνει, όμως, αυτό στην πράξη; Στην πράξη, η ένα λόγω εξέλιξη μεταφράζεται πως οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι της Μ. Βρετανίας (πρόκειται να) βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση ως προς την στρατολόγηση νέων ταλέντων των ευρωπαϊκών γηπέδων, σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους και ειδικότερα τους συλλόγους από τα υπόλοιπα, αποκαλούμενα, «μεγάλα» πρωταθλήματα. Την στιγμή που ποδοσφαιρικοί σύλλογοι από την υπόλοιπη Ευρώπη θα μπορούν να αποκτούν νεαρούς ταλαντούχους ποδοσφαιριστές ήδη από την ηλικία των 16 ετών, οι αντίστοιχοι βρετανικοί θα αποκτούν αυτήν την δυνατότητα 2 χρόνια αργότερα, δηλαδή όταν συμπληρωθεί και το 18ο έτος της ζωής τους.



          Σκεφτείτε, για παράδειγμα, πως είστε ένας νεαρός Βέλγος ποδοσφαιριστής, σχεδόν 16 ετών. Οι εμφανίσεις με την ομάδα σου έχουν κάνει γνωστό το ταλέντο και τις ικανότητες σου σε ολόκληρη την Ευρώπη και έχουν κινήσει το ενδιαφέρον πολλών (μεγάλων) ευρωπαϊκών συλλόγων. Ποιες είναι οι επιλογές που έχετε στην μετά-Brexit εποχή; Αφενός να υπογράψετε συμβόλαιο (κατόπιν και συμφωνίας της νέας σας ομάδας με το τρέχον σύλλογο, ειδικά αν είστε επαγγελματίας) με οποιονδήποτε ευρωπαϊκό σύλλογο, έκτος Μ. Βρετανίας, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ αμέσως κατά την ημέρα των 16ων γενεθλίων σας και θα μπορείτε να μεταγραφείτε στην νέα σας ομάδα στην ακριβώς επόμενη μεταγραφική περίοδο. Μια επιλογή χαμηλού ρίσκου και βέβαιης νομικής εξασφάλισης. Αφετέρου, μπορείτε να επιλέξετε την υπογραφή ενός προσυμφώνου με έναν βρετανικό σύλλογο ότι με την ενηλικίωση σας (μετά την πάροδο δυο ετών) θα μεταγραφείτε στον ένα λόγω σύλλογο προκειμένου να αγωνιστείτε εκεί. Αυτό βέβαια απαιτεί και πρότερη συμφωνία των δυο συλλόγων που εμπλέκονται στην μεταγραφή, πως αυτή θα πραγματοποιηθεί δυο χρόνια μετά. Γίνεται εμφανές λοιπόν, ότι η πρώτη επιλογή είναι σαφώς προτιμητέα για οποιονδήποτε αθλητή ή σύλλογο καθώς στην δεύτερη επιλογή ελλοχεύουν αρκετοί κίνδυνοι και η νομική εξασφάλιση μόνο εμφανής δεν είναι. Είναι, επομένως τεράστιο το μειονέκτημα που επωμίζονται οι βρετανικές ομάδες σε σύγκριση με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές τους.

          Στις δυσκολίες και προκλήσεις που μόλις περιγράψαμε ανωτέρω, πρέπει να προστεθούν και ορισμένες που, ακόμα τουλάχιστον, βρίσκονται σε στάδιο (προχωρημένου) σχεδιασμού. Η FIFA,  λοιπόν, εξετάζει, μεταξύ άλλων, την επιβολή περιορισμού του roster των συλλόγων ανά τον πλανήτη καθώς και περιορισμό των δανεικών παικτών που κάθε ομάδα μπορεί να παραχωρεί. Αυτό σημαίνει, πως στο εγγυς μέλλον, ο αριθμός των παικτών που θα μπορεί να έχει κάθε ομάδα τόσο στο ενεργό roster της, όσο και στο γενικότερο (μέσω δανεισμών) θα περιοριστεί δραματικά, με αποτέλεσμα οι επιλογές των αθλητών να πρέπει να είναι πολύ πιο προσεκτικές και ποιοτικές. Για να αντιληφθεί κανείς την γιγαντιαία διαφορά με την υπάρχουσες κατάσταση, αρκεί να αναλογιστεί πως ο αριθμός των δανεικών που παραχώρησε την προηγούμενη χρόνια η Chelsea ξεπερνούσε τους 40! Στις προκλήσεις αυτές, έρχονται να προστεθούν και ορισμένες φήμες περί αύξησης της υποχρεωτικής ποσόστωσης των γηγενών ποδοσφαιριστών, από την αγγλική ομοσπονδία ποδοσφαίρου.

          Αυτό που πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο, πάντως, είναι η αβεβαιότητα που θα περικλείσει το βρετανικό ποδόσφαιρο, ειδικότερα τα πρώτα χρόνια της μετα-Brexit εποχής. Μένει να φανεί τον ρόλο που (σίγουρα) θα διαδραματίσει στο μυαλό των ποδοσφαιριστών που επρόκειτο να μπουν σε διαπραγματεύσεις για μελλοντική μεταγραφή σε βρετανικό συλλογο. Σε μια προσπάθεια να μετριαστούν κάπως τα προβλεπόμενα μειονεκτήματα, η μεταγραφική περίοδος για τις ομάδες της Premier League, αποφασίστηκε να κλείσει φέτος την 1 Σεπτεμβρίου, αντί της 8 Αυγούστου, όπως ακατανόητα είχε αποφασισθεί για τις δυο προηγούμενες θερινές μεταγραφικές περιόδους. Αναμένεται, επομένως, με τεράστιο ενδιαφέρον η τελευταία μεταγραφική περίοδος στο Νησί, με την υπάρχουσα κατάσταση.

          Το μόνο βέβαιο είναι πως το αγγλικό και εν γένει το βρετανικό ποδόσφαιρο οφείλει να προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις και να αναζητήσει τρόπους και διόδους, προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικό, ακόμα και στο υψηλότερο επίπεδο. Είναι σίγουρο, πάντως, ότι η μετά-Brexit εποχή, έρχεται για να διαμορφώσει μια νέα κατάσταση, όχι μόνο στο ποδόσφαιρο της Γηραιάς Αλβιόνας, αλλά στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, στο σύνολό του. Ποιος θα καταφέρει να προσαρμοστεί γρηγορότερα και πιο αποτελεσματικά; Μένει να φανεί.